Η φάβα είναι μπορούμε να πούμε το πλέον παραδοσιακό προϊόν της ελληνικής φύσης και ίσως το αρχαιότερο διατροφικό αγαθό που καλλιεργείται στην ελληνική γη, για πάνω από 4.000 χρόνια. Eίναι ένα γεωργικό προϊόν, του οποίου η αρχική πρώτη ύλη ποικίλει ανάλογα με τον τόπο παρασκευής. Στην Ελλάδα παρασκευάζεται από το όσπριο λαθούρι.
Το λαθούρι ένα είδος φάβας. Στη νεολιθική εποχή καλλιεργείται σε πολλές περιοχές της ελλαδικής επικράτειας και αποτελεί ένα διαρκές διατροφικό αγαθό. Στο νησί της Σαντορίνης ήδη από την δεύτερη χιλιετία π.Χ. καταναλώνεται το λαθούρι και πρόκειται για ένα ταπεινό φαγητό που συντηρεί τους φτωχούς κατοίκους ιδιαίτερα των ελληνικών νησιών. Το όνομα φάβα εμφανίζεται σε γραπτό κείμενο για πρώτη φορά τον 6ο προς 5ο αιώνα π.Χ. σε απόσπασμα μιας τραγωδίας του Αισχύλου με την έννοια ενός ευτελούς φαγητού. Η πρώτη όμως διαπιστωμένη σύνδεση μεταξύ του όρου φάβα και του γνωστού φαγητού γίνεται από τον Έλληνα γιατρό Διοσκουρίδη τον 2ο αιώνα μ.Χ., ο οποίος αναφέρει την φάβα ως την ονομασία των Λατίνων για τα κουκιά (Vicia faba), ίσως το συνηθέστερο από την κατηγορία των ψυχανθών που χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή φάβας, (πολτού).
H φάβα είναι πλούσια σε σίδηρο, μαγνήσιο, κάλιο, βιταμίνες B, C, Ε,φολικό οξύ, πρωτεΐνες, έχει χαμηλής περιεκτικότητας λιπαρά, υψηλή περιεκτικότητα φυτοχημικών ουσιών που συμβάλλουν στην αναπαραγωγική διαδικασία και βοηθούν την ανάπτυξη των παιδιών. Οι ουσίες αυτές είναι κατάλληλες για την πρόληψη καρδιαγγειακών παθήσεων, του καρκίνου και του διαβήτη.
Ακόμη, είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες, που βοηθούν στη μεταφορά του περιεχομένου των εντέρων, συμβάλλει έτσι κατά της δυσκοιλιότητας. Η κατανάλωση του μειώνει τη χοληστερόλη του αίματος, εξασφαλίζοντας προστασία στην καρδιά.
Για το λόγο αυτό αντικαθιστώντας με αυτό το όσπριο αλλά και με τα υπόλοιπα όσπρια το κρέας στις διατροφικές μας συνήθειες, χαρίζουμε μεγάλο δώρο στο καρδιαγγειακό μας σύστημα. Αντίθετα το κρέας επειδή είναι πλούσιο σε λιπαρές ουσίες και χοληστερόλη θεωρείται ακατάλληλο και επικίνδυνο αν καταναλώνεται συχνά και σε μεγάλες ποσότητες.
Η περίφημη φάβα Σαντορίνης θεωρείται μια από τις καλύτερες του είδους της με ελκυστικό χρώμα ουδέτερης αλλά ταυτόχρονα και “τραχιάς” γεύσης, καθώς και βελούδινης υφής όταν βέβαια γίνεται με τον σωστό τρόπο. Αυτό λοιπόν, το άλλοτε φτωχικό φαγητό με τις ταπεινές και λαϊκές καταβολές του έχει εξελιχθεί από του σύγχρονους chef σε ένα γαστριμαργικό έδεσμα με πλήθος εφαρμογών στη τοπική και γαστρονομική κουζίνα.
Οι chef της Σαντορίνης έχουν στη κυριολεξία απογειώσει αυτό το πιάτο και το έχουν αναγάγει σε ένα από τα πιο must των καλοκαιρινών διακοπών.
Με δυο λόγια αποτελεί μία πρώτης τάξεως ύλη πάνω στην οποία ο οποιοσδήποτε chef μπορεί να δημιουργήσει ελληνικά
γαστρονομικά πιάτα.